Monday, October 4, 2010

Αρχαιοελληνική Τέχνη ως Θεραπεία της Ψυχής.

Τα τελευταία δύο χρόνια, υπάρχουν κάποιοι κύκλοι πρωτοποριακών ζωγράφων, θεωρητικών της Τέχνης, ψυχολόγων και ψυχιάτρων που επιδιώκοντας να θεμελιώσουν νέες αφετηρίες για τη θεραπεία της ψυχής ανταλλάσουν θέσεις και ιδέες, μέσα από το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και το Διαδίκτυο. Οι συζητήσεις και οι ζυμώσεις - που βρίσκονται σε ερευνητικό ακόμα στάδιο - αφορούν τους σκοπούς και τους ορίζοντες της Αρχαιοελληνικής ζωγραφικής καθώς και τη δυνατότητα χρησιμοποίησης της ως θεραπευτική μέθοδο, σαν ένα είδος δηλαδή «Εικαστικής Ψυχοθεραπείας». Στόχος της καινούργιας τάσης είναι όχι μόνο μια μεταβολή προσανατολισμού, που θα επέτρεπε στους καλλιτέχνες να υπερβούν τα όρια της «καλλιτεχνικής αισθητικής», αλλά και η δημιουργία νέων δυνατοτήτων για την ιατρική έρευνα.

Ο «Κλασσικός Μεταμοντερνισμός», όπως έχει ονομασθεί το καινούργιο αυτό κίνημα, οδηγεί αναπόφευκτα στην ανάγκη επαναδιατύπωσης ορισμένων βασικών εννοιών που αφορούν όχι μόνο το νόημα της κλασσικής ζωγραφικής αλλά και την ίδια τη σχέση του ανθρώπου με τον Κόσμο. Ποιό είναι, για παράδειγμα, το νόημα της ψυχολογικής θεραπείας; Περιορίζεται στην επαναπροσαρμογή στο κοινωνικό γίγνεσθαι ενός ατόμου που οι τραυματικές του εμπειρίες το είχαν οδηγήσει σε απόσυρση και σε ακραίες συμπεριφορές ή θέτει σαν θέμα και την υγεία των οικογενειακών και κοινοτικών θεσμών; Από την άλλη πλευρά, όσον αφορά την τέχνη, υπάρχει, ή πρέπει να υπάρχει κάποια ηθική, μια αναζήτηση ποιότητας και μια πνευματική διάσταση στην τέχνη, ή μήπως το δόγμα της απόλυτης ελευθερίας δικαιώνει την κάθε είδους καλλιτεχνική έκφραση αδιάφορα από το περιεχόμενο της; Αν πάλι υπάρχει κάποιος σκοπός στην τέχνη τότε ποιος είναι αυτός;  Ποιο ρόλο μπορεί να παίξει η αρχαιοελληνική ζωγραφική στη θεραπεία του ατόμου αλλά και της ίδιας της κοινωνίας;

Στις αρχές του 20ου αιώνα, ένας από τους εκπροσώπους των Ντανταϊστών, ο F.Picabia είχε διετυπώσει τη θέση ότι «η πραγματικότητα είναι παράλογη και χαοτική και κατά συνέπεια η τέχνη είναι άχρηστη και δεν μπορεί να δικαιώσει τον εαυτό της». Άλλοι εκπρόσωποι του μηδενιστικού αυτού κινήματος, όπως ο Hugo Ball (1886-1927), Tristan Tzara (1886-1963), Marcel Janco (1895-), Hans Arp (1887-1966) και Richard Huelsenbeck (1892-1974), θεωρώντας ότι η τέχνη είναι μια επικίνδυνη περιπλοκή που ασποσπούσε τους ανθρώπους από την πραγματική πηγή των προβλημάτων τους, περιφρόνησαν τους κανόνες της λογικής, του γούστου, της ιεραρχίας, της τάξης και επιχείρησαν μέσα από τους εκφραστικούς τους πειραματισμούς να απόδρασουν στην περιοχή του τυχαίου, του αυθαίρετου, του υποσυνείδητου και του πρωτόγονου. Χωρίς να φτάνουμε σε αυτές τις ακραίες θέσεις, σήμερα, συνεχίζουμε να αντιμετωπίζουμε το καλλιτεχνικό έργο περισσότερο ως έκφραση μιας υποκειμενικής ψυχικότητας. Ο ποιητής ή ο ζωγράφος, σύμφωνα με τις αντιλήψεις που επεκράτησαν μετά τον 18ο αιώνα, επεξεργάζεται απλά τις εντυπώσεις και τις παρατηρήσεις που του προσφέρει η ζωή, προσθέτει σε αυτές τις προσωπικές του ιδέες και δημιουργεί ελεύθερα μια υποκειμενική πραγματικότητα. Υλοποιείται έτσι εκ του μη όντος ένας φανταστικός κόσμος προσώπων, καταστάσεων και ψυχικών γεγονότων που θεωρείται δημιουργικός και πρωτότυπος και που αντανακλά την ιδιορρυθμία του κάθε καλλιτέχνη.

Ο Αρχαίος Έλληνας αντίθετα, και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα μέσα από την «Ποιητική» του Αριστοτέλη, έδινε μεγαλύτερη σημασία στο αντικείμενο που ενδιαφέρονταν να απεικονίσει, στο ίδιο το έργο ως αυθύπαρκτη οντότητα και όχι στην προσωπικότητα του καλλιτέχνη. Το καλλιτεχνικό έργο δεν εμφανίζονταν ως μια χυδαία προέκταση του «εγώ» του οποιουδήποτε θνητού δημιουργού. Τα παθολογικά παραληρήματα των στιχουργών ή η χαοτική έκφραση της δυστυχίας και του πάθους μέσα από χρωματικές συνθέσεις θα εθεωρείτο από τους αρχαίους σαν κάτι το παδαριώδες και το βέβηλον. Στην Αρχαϊκή ιδιαίτερα Τέχνη το «εγώ» του καλλιτέχνη ήταν επουσιώδες. Αυτό που είχε σημασία ήταν το ίδιο το έργο που εθεωρείτο ένα αυθυπόστατο κομμάτι ζωής και αποτελούσε ένα κομμάτι της αυθύπαρκτης Φύσης. Ουσιαστικά ο καλλιτέχνης αντί να προβάλει την προσωπικότητα του αναπαριστούσε την τελειότητα του Ένθεου Κόσμου, ενός κόσμου Θεών που μέσω της επιστήμης και της έρευνας προσπαθούσε να ανακαλύψει και να βιώσει.

Η ελευθερία προσωπικής έκφρασης του κάθε ανθρώπου μέσω της ζωγραφικής είναι φυσικά απαραβίαστη. Κάθε άτομο έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να αποδίδει τα προσωπικά του βιώματα στον καμβά, στο χαρτί η σε οποιοδήποτε άλλο εκφραστικό μέσο έχει επιλέξει. Η Εικαστική Θεραπεία (Art Therapy), όπως τουλάχιστον διαμορφώθηκε στου τελευταίους δύο αιώνες, στηρίζεται ακριβώς σε αυτήν αρχή. Ο άνθρωπος απελευθερώνεται από τις υπαρξιακές του ανησυχίες η τα προσωπικά του προβλήματα εκτονώνοντας την ένταση και τους φόβους του μέσω της ζωγραφικής. Με παρόμοιο τρόπο άλλοι άνθρωποι προτιμούν να εκφραστουν μέσα από την συγγραφική δραστηριότητα, τη γλυπτική ή την μουσική. Είναι όμως αρκετό το δικαίωμα της αυθόρμητης καλλιτεχνικής έκφρασης και του μοντέρνου πειραματισμού για να οριοθετήσει κάποιος τους ορίζοντες και τους πνευματικούς στόχους μιας τέχνης; Μπορεί δηλαδή να θεωρηθεί η ζωγραφική, η γλυπτική, η ποίηση ή η αρχιτεκτονική απλά ως ένα σύνολο προσωπικών εκφράσεων ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας καλλιτεχνών, σε μια ορισμένη χρονική περίοδο, ή μήπως υπάρχουν και ορισμένοι άλλοι παράγοντες τους οποίους θα πρέπει να λάβουμε υποψιν; Μήπως υπάρχει μια μεγάλη σύγχυση ανάμεσα στους ορίζοντες της «Εικαστικής Τέχνης» και της «Εικαστικής Ψυχοθεραπείας»;

Όπως είναι γνωστό, κάθε μορφή ή χρώματική απόδοση ενός ζωγραφικού πίνακα, εμπεριέχει νοήματα, αξίες και υποσυνείδητα μυνήματα που διαμορφώνουν, διαφοροποιούν και επιρρεάζουν τη διάθεση και γενικότερα την ψυχοσύνθεση του κάθε παρατηρητή. Η τέχνη επιρρεάζει τον άνθρωπο που την βλέπει ή την ακούει, του δημιουργεί προδιαθέσεις και υποβάλλει σε δράση, σύμφωνα με τα μυνήματα που εμπεριέχει. Η διαρκής προβολή πορνογραφικών εικόνων, για παράδειγμα, σε παιδιά και εφήβους επιρρεάζει με συγκεκριμένο τρόπο τον ψυχισμό τους και διαμορφώνει συμπεριφορές και κοινωνικά πιστεύω. Από την άλλη πλευρά, κάτι παρόμοιο συμβαίνει όταν η μοναδική εικονογραφία που βλέπει για χρόνια ένα παιδί που ζεί σε κλειστό περιβάλλον είναι εικονογραφήσεις από σκηνές της παλαιάς διαθήκης. Και στην περίπτωση αυτή ο ψυχισμός του παιδιού διαμορφώνεται με καθορισμένες αρχές και τρόπους. Και από τα δύο αυτά παραδείγματα γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η τέχνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως προπαγάνδα για να στηρίξει ιδέες και συναισθήματα και να οδηγήσει έμμεσα σε νοητικές συλλήψεις και πράξεις. Βλέπουμε δηλαδή ότι η εικόνα μπορεί και συμβάλει στη διαμόρφωση χαρακτήρων και δεν περιορίζεται απλά σε μια αισθητική απόλαυση.

Στην προβληματική μας αυτή προστίθετα και μια άλλη ερώτηση στην οποία οφείλουμε να απαντήσουμε: Από ποιούς παράγοντες εξαρτάται η κοινωνική καταξίωση ενός καλλιτέχνη; Ποιές είναι δηλαδή οι δυναμικές που επιβάλλουν έναν συγκεκριμένο καλλιτέχνη στο κατεστημένο της εποχής του; Εξαρτάται η επιτυχία ή η αποτυχία αποκλειστικά από το υψηλό πνευματικό περιεχόμενο της τέχνης του και από την τεχνική τελειότητα με την οποία επεξεργάζεται το υλικό που επέλεξε ή μήπως υπάρχουν και άλλοι παράμετροι που οδηγούν στην επιτυχία και την κοινωνική του καταξίωση; Η ερώτηση αυτή δεν είναι δύσκολο να απαντηθεί. Αν ανατρέξουμε την ιστορία θα δούμε ότι η τέχνη πολύ συχνά χρησιμοποιήθηκε για να ενισχύσει η να ναρκοθετήσει κοινωνικές ή πολιτικές αξίες και πραγματικότητες μέσα από το είδος των νοημάτων τα οποία εξέφραζε. Σε όλες τις εποχές και σε όλες τις χώρες, ορισμένοι καλλιτέχνες προωθήθηκαν και χρηματοδοτήθηκαν, από αυτους που είχαν συμφέρον να τους χρηματοδοτήσουν, όχι με καλλιτεχνικά αλλά με πολιτικά, θρησκευτικά ή κοινωνικά κριτήρια. Από την δική τους πλευρά πολλοί καλλιτέχνες, για να επιζήσουν αναγκάστηκαν να προσαρμόσουν την τέχνη τους έτσι ώστε να γίνουν αρεστοί στην εκάστοτε εξουσία.

Στο βιβλίο του «Εθνικοσοσιλισμός και Ελληνισμός», ο Ιωάννης Λουκάς γράφει ότι για το Τρίτο Ράϊχ: «Η πιο θλιβερή κατάσταση μέσα στη γενική πορεία της προπολεμικής κουλτούρας στη Γερμανία δεν ήταν μόνο η ολοκληρωτική έλλειψη δημιουργίας στην τέχνη και στο σύνολο της πνευματικής καλλιέργειας, αλλά και το μίσος που έδειχναν κι εκδήλωναν ορισμένοι περιθωριακοί κύκλοι ενάντια σ’ ένα παρελθόν καλύτερο από το παρόν». Καθώς έγραφαν και οι ίδιοι οι θεωρητικοί του Εθνικοσοσιαλισμού, «Όλη αυτή η διαδικασία είχε σαν σκοπό την εξαφάνιση της παραδοσιακής κουλτούρας και την αντικατάσταση της με την μπολσεβίκικη, η οποία, όπως και το ιδεολογικό σχήμα που την εξέφραζε ήταν εβραϊκής επινόησης και αποσκοπούσε στη διάβρωση της γερμανικής φυλής μέσα από την εκπόρνευση της λαϊκής ψυχής». Ο Χίτλερ, στο βιβλίο του «Ο Αγών μου» επισημαίνει ότι: «Το χαρακτηριστικό αυτό  (η πολιτιστική δηλαδή διάβρωση του Γερμανικού Έθνους μέσω της τέχνης), αποτελούσε ένα φαινόμενο που χαρακτήριζε κι άλλες εποχές στις οποίες η πνευματική υποανάπτυξη ενεργούσε καταλυτικά κατά των υψηλών και μεγάλων πολιτιστικών προϊόντων του παρελθόντος με σκοπό να τα εξαφανίσει, ώστε να μην υπάρχει κανένα μέτρο με το οποίο θα μπορούσε να συγκριθεί η ανυπαρξία της». ( τόμος Α΄, σελίς 331-332) «Ο ντανταϊσμός, ο κυβισμός, ο φουτουρισμός κλπ. γράφει σε ένα άλλο μέρος του βιβλίου του ο Χίτλερ, αποτελούν καλλιτεχνικούς εξτρεμισμούς των τρελών ή των αποτυχημένων που πριν από εξήντα χρόνια μια έκθεση τους θα έφτανε για να κλειστούν οι οργανωτές στο φρενοκομείο» (τόμος Α΄, σελίς 330)

           Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει όμως να παραβλέπουμε το γεγονός ότι και η ίδια η Ναζιστική Γερμανία χρησιμοποίησε το κλασικό ιδεώδες απογυμνωμένο από τα ανθρωπιστικά ιδεώδη, για να προβάλει την αυταρχικότητα και την απολυτότητα ένός ολοκληρωτικού καθεστώτος. Οι κατεξοχήν γλύπτες της ναζιστικής ιδεολογίας Γιόζεφ Τόρακ (Josef Thorak) και Άρνο Μπρέκερ (Arno Breker) επέλεξαν να κατασκευάσουν τεράστια αγάλματα μέσα από τα οποία υποβάλονταν η έννοια του μεγάλου και του αιώνιου υπεράνθρωπου που λόγω ακριβώς του μεγέθους του αποστασιοποιήται από την ανθρώπινη διάσταση και δεν επιτρέπει την ταύτιση.

Έχοντας υπόψη μας αυτά τα παραδείγματα μπορούμε πλέον να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα. Στην Εικαστική ψυχοθεραπεία η ζωγραφική χρησιμοποιείται, πράγματι, ως μια τεχνική εκτόνωσης του υποκειμενικού συναισθήματος διευκολύνοντας το άτομο να μιλήσει για συναισθήματα και σκέψεις που πριν φάνταζαν δύσκολα και μπερδεμένα. Αυτό είναι απόλυτα φυσικό καθώς η εικόνα, ως μέσο έκφρασης, είναι κάτι πιο πρωτόγονο από τη λεκτική επικοινωνία. Όταν το παιδί γεννιέται δεν ξέρει να μιλήσει. Οι πρώτες αναμνήσεις είναι από το τι έχει δει, τι έχει  ακούσει και τι έχει αισθανθεί με την αφή. Η εικαστική απόδοση δίνοντας έκφραση στο ανέκφραστο - αυτό που φάνταζε νωρίτερα μπερδεμένο και χαωτικό - βρίσκεται όχι μόνο πιο κοντά στο υποσυνείδητο αλλά και βοηθάει να το εκφράσουμε με τη μορφή μιας εικόνας- ως κάτι απτό και ορατό. Αυτό από μόνο του είναι λυτρωτικό. Από την άλλη πάλι πλευρά, όταν είμαστε λυπημένοι ή στενοχωρημένοι έχουμε ανάγκη να αποτινάξουμε τα αρνητικά συναισθήματα με ένα σχετικά ανώδυνο και δημιουργικό τρόπο. Χρησιμοποιώντας καμβά, χαρτί ή κάποιο μουσικό όργανο, τα συναισθήματα αυτά δεν μένουν στο υποσυνείδητο για να υφάνουν επικίνδυνες καταστάσεις, όπως π.χ. σωματικά προβλήματα, αλλά εξωτερικεύονται.

Τι συμβαίνει όμως μετά από την ολοκλήρωση αυτής της θεραπευτικής διαδικασίας; Το άτομο έχοντας εκφράσει τα καταπιεσμένα κομμάτια της προσωπικότητας του και έχοντας συνειδητοποιήσει τους μηχανισμούς ψυχολογικής καταπίεσης είναι έτοιμο να επανενταχθεί με πιο υγιείς βάσεις στον κοινωνικό του περίγυρο. Ποιος είναι όμως ο ευρύτερος κοινωνικός περίγυρος; Σήμερα, ζούμε σε ένα σφαιρικά διασυνδεδεμένο κόσμο, όπου αλληλοεξαρτώνται όλα τα βιολογικά, ψυχολογικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά φαινόμενα. Ζούμε βυθισμένοι στο πλέγμα μιας περίπλοκης και πολυδιάστατης κρίσης με διανοητικές, ηθικές και πνευματικές διαστάσεις. Μπορούμε να παρατηρήσουμε καθημερινά τις εκδηλώσεις της: πληθωρισμός, ανεργία, ενεργειακή κρίση, κρίση υγειονομικής περίθαλψης, μόλυνση και άλλες περιβαλλοντολογικές καταστροφές, επικίνδυνη ανάπτυξη της βίας και του εγκλήματος, και άλλα παρόμοια. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ο θεραπευόμενος μετά την ολοκλήρωση του πρώτου αυτού στάδιου της θεραπευτικής διαδικασίας ξαναβρίσκεται αντιμέτωπος όχι μόνο με τις οικογενειακές δομές και καταπιέσεις αλλά και με μια γενικότερη κρίση αντιλήψεων που τον επιρρεάζει ποικιλοτρόπως στη διαμόρφωση των σκέψεων, των αντιλήψεων και των αξιών του.

          Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αυτό που είναι αναγκαίο μετά από την «κάθαρση» των συσωρευμένων εντάσεων του παρελθόντος και του προσωπικού υποσυνείδητου, είναι η μετατροπή αυτή καθαυτή του δικτύου των σχέσεων ανάμεσα στον υποκειμενικό και τον αντικειμενικό κόσμο. Κάτι τέτοιο ισοδυναμεί με βαθιές αναμορφώσεις, σε φαντασιακό τουλάχιστον επίπεδο, των κοινωνικών θεσμών, των αξιών και των ιδεών. Το επόμενο λοιπόν στάδιο της «θεραπευτικής» διαδικασίας θα έπρεπε να είναι η απελευθέρωση του «θεραπευόμενου» από την παρακμειακή προσκόλληση σε έμμονες ιδέες, ρόλους και απολιθωμένα πρότυπα συμπεριφοράς. Στο σημείο αυτό υπεισέρχεται η αξία της Πολιτιστικής Παράδοσης που μας βοηθάει να απαλλάξουμε την οπτική μας από το αδιέξοδο της εστίασης στις αρχές του 21ου αιώνα και να αγκαλιάσουμε με το βλέμμα μας μια εξελικτική ροή που περιλαμβάνει χιλιάδες χρόνια ιστορίας.

          Οι Αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι πέρα από την υποκειμενική αντίληψη της ομορφιάς που σχετίζεται με το πολιτιστικό επίπεδο, την εκπαίδευση και την ιδιαιτερότητα του καθενός, υπάρχει και μια αντικειμενική ομορφιά, την οποία αντιλαμβάνεται άμεσα όποιος έρχεται σε επαφή μαζί της. Σε αντίθεση λοιπόν μ’ εμάς οι πρόγονοι μας θεωρούσαν ότι η ζωγραφική, η γλυπτική, η ποίηση ή η αρχιτεκτονική δεν είναι απλά σύνολο προσωπικών εκφράσεων ενός ανθρώπου ή μιας ομάδας καλλιτεχνών αλλά ότι πράγματι υπάρχει μια αντικειμενική, κρυμμένη ομορφιά στις δομές της Φύσης αλλά και τις μορφές που δημιουργούμε. Η ομορφιά αυτή είναι οι σωστές αναλογίες, το μέτρο και η αρμονικότητα ανάμεσα στα διακριτά μέρη ενός ενιαίου όλου, με άλλα λόγια οι παγκόσμιοι μαθηματικοί νόμοι της Αρμονίας που διέπουν το Σύμπαν. Ο Σωκράτης, στην Πολιτεία του Πλάτωνα, λέει ότι η γεωμετρία και τα ιερά μαθηματικά αποκαλύπτουν τον τρόπο που η Φύση αποτυπώνει τις δικές της αρχιτεκτονικές δομές αναγκάζοντας την ψυχή να αντικρίσει την ουσία των όντων. Τα γεωμετρικά σχήματα, οι ιεροί μαθηματικοί λόγοι και οι αναλογίες που ιστορικά αποτυπώθηκαν στην αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική και τη μουσική, έλκουν την ψυχή προς την Αλήθεια και αναπτύσσουν το φιλοσοφικό εκείνο πνεύμα που εξυψώνει το βλέμμα μας προς τη Γνώση του Αιώνιου (αεί) Όντος και όχι του ευμετάβλητου και διαρκώς εναλασσόμενου. Σύμφωνα με την Πλατωνική άποψη, ο αισθητός, «αντικειμενικός» κόσμος είναι το ατελές αντίγραφο του κόσμου των Ιδεών. Οι Ιδέες παραμένουν άφθαρτες, αμετάβλητες και αιώνιες, ελεύθερες από τη ροή του αδιάκοπου γίγνεσθαι της θνητής μας πραγματικότητας. Στόχος του καλλιτέχνη είναι λοιπόν να κατανοήσει και εν συνεχεία να παραστήσει όσο το δυνατόν πληρέστερα την αόρατη αρμονία των ιδεών και το εσωτερικό μαθηματικό Κάλος που εκφράζεται με τη χρυσή τομή, τα πυθαγόρεια συστήματα των ορθών λόγων, την κρυφή σύνδεση των αναλογιών ανάμεσα στην αρχιτεκτονική και το ανθρώπινο σώμα κ.ο.κ.

           Πώς θα μπορούσε όμως να βοηθήσει αυτή η αντίληψη της «αντικειμενικής ομορφιάς» στην ψυχοθεραπεία σήμερα; Με ποιο τρόπο η επανακατανόηση της αρμονίας, του Μέτρου, των Κοσμικών Ρυθμών και της σωστής δόσης αναλογίας των αντιθέτων που επιτυγχάνεται με τη δυναμική ισορροπία ανάμεσα σε δυο άνισα μέρη, θα βοηθήσούσε πρακτικά τον θεραπευόμενο;

Όπως ήδη αναφέραμε, στην Αρχαία Ελλάδα, όπως άλλωστε και στους περισσότερους Αρχαίους Πολιτισμούς, κάθε άγαλμα, πίνακας, αρχιτεκτονικό οικοδόμημα ή άλλου είδους έργο τέχνης επεδίωκε να μεταβιβάσει ένα νόημα, που υπερέβαινε την ορατή μορφή της κατασκευής του. Οι μελέτες των εθνολόγων, ανθρωπολόγων, των ψυχαναλυτών και των θρησκειολόγων έχουν προσφέρει το αναγκαίο αποδεικτικό υλικό για την νοοτροπία των Αρχαϊκών Κοινωνιών. Έχει πλέον καταδειχτεί ότι την εποχή εκείνη η πληρότητα μιας λογικής σκέψης και η αναζήτης της βαθύτερης αντίληψης, που θεμελιώνει αυτήν ακριβώς τη Λογική, αποτελούσε ένα από τα βασικά και αμετάβλητα χαρακτηριστικά της Τέχνης. Στόχος της εικαστικής έκφρασης ήταν να οργανώσει τα σύμβολα της Ένθεης Φύσης σε όλους τους τομείς της εκδήλωσης – κοσμικούς, γεωμετρικούς, αριθμητικούς, ψυχολογικούς και ποιητικούς. Ο καλλιτέχνης έτεινε δηλαδή να γίνει ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο θείο και τον ανθρώπινο κόσμο, σε πλήρη αρμονία. Στην πραγματικότητα η Αρχαιοελληνική Τέχνη είναι οπτικοποίηση της θρησκευτικής Κοσμοαντίληψης των Αρχαίων Ελλήνων και δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς αυτήν.

Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι μέσω των αισθητών μορφών διαμορφώνεται ο τρόπος του εικονοπλαστικού σκέπτεσται και οι διάφορες ιδεατές αξίες, διοράσεις και νοήματα περνούν στην καθημερινή πραγματικότητα. Έτσι, κατανοώντας, μέσα από την μελέτη, την συνταύτιση και της πρακτική, τις μορφολογικές αναζητήσεις των Αρχαιοελλήνων οικοδόμων, αρχιτεκτόνων και καλλιτεχνών – και μέσα από κριτήρια αισθητικά, λειτουργικά, διακοσμητικά και κατασκευαστικά – ο «θεραπευόμενος» συνταυτίζεται με έννοιες όπως το μέτρο, ο ρυθμός, η αρμονία, το φως, η αλήθεια, η δύναμη κλπ. με αποτέλεσμα να μαθαίνει να τις αναγνωρίζει σαν γενικότερη αίσθηση στη ζωή του.

Μέσα σε αυτό το θεραπευτικό πλαίσιο η «θεραπευτική» πορεία θα μπορούσε να στηριχτεί στις εξής παράλληλες και συμπληρωματικές γραμμές:

Α) Μια διανοητική αλλά και βιωματική πορεία κατανόησης της βαθύτερης «Ενότητας» της Φύσης, που θα βοηθούσε να αποτυπωθούν η κρυμμένη αρμονία στις δομές και τις μορφές που δημιουργεί.

Β)  Μια σειρά από ασκήσεις που στόχο έχουν να διευρύνουν τα όρια συστήματος αξιών μας μέσω της συντάυτησης με αρχετυπικές εικόνες και διοράσεις.

Γ)  Την καλλιέργεια μιας Πνευματικής στάσης μέσω της ζωγραφικής.

Μέσα από αυτές τις τρεις προσεγγίσεις ο «θεραπευόμενος» όχι μόνο θα προχωρήσει στο δρόμο της Πνευματικής Ανάπτυξης, αλλά και θα εξοικιωθεί με την έννοια της «Καθαρσης» (με την Αρχαιοελληνική του όρου έννοια) της ίδιας της Κοινωνίας στην οποία ζεί. Και αυτό ίσως είναι και το ποιο σημαντικό κομμάτι για την επιβίωση, την αρμονία και την ευτυχία του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού Κόσμου.-

No comments:

Post a Comment